Thursday, July 23, 2009

Οικογενειακές διακοπές

Παραλίγο να πάθω διακοπές αυτό το καλοκαίρι. Ευτυχώς, τελευταία στιγμή με έσωσε ο διευθυντής μου. Εκεί που καθόμουν στο γραφείο μου χωμένος ως τα αυτιά μέσα σε κουτιά με σκονισμένους φακέλους και τόνους φωτοτυπημένων εγγράφων που μαύριζαν τα δάχτυλα κατά τη φυλλομέτρηση, έρχεται ένας συνάδελφος και χτυπώντας με φιλικά στην πλάτη μου λέει: Τυχεράκια, άκουσα ότι θα πάρεις άδεια τώρα τον Αύγουστο, 3 ολόκληρες βδομάδες, ενώ εγώ θα πήζω εδώ μέσα...
Τι ήταν να μου το πει, με έλουσε αμέσως κρύος ιδρώτας ενώ τα χέρια μου άρχισαν να τρέμουν ανάμεσα στα έγγραφα που με αυξημένη προσοχή πριν από λίγο φυλλομετρούσα αναζητώντας το επίμαχο έγγραφο που μου είχε ζητηθεί. Γύρω μου σκοτείνιασε το γραφείο ακόμα περισσότερο και η πολύ ζέστη που ήδη έκανε μου φαινόταν τώρα καμίνι που βράζει μαζί με εμένα μέσα. Άρχισα να κάνω τις πιο άσχημες σκέψεις. Σκεφτόμουνα για παράδειγμα τις οικογενειακές διακοπές που θα με περίμεναν έτσι και υλοποιούνταν το σατανικό σχέδιο των διακοπών και μου ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι, αλλά ανέβαινε αργά και βασανιστικά, σαν το γαιδουράκι από το λιμάνι στα Φυρά Σαντορίνης. Μιλώντας για Σαντορίνη σκέφτηκα ότι δεν θα μπορούσα να αποφύγω με τίποτα κάποιο νησί των Κυκλάδων γιατί όλος ο κόσμος έχει πάει σε Πάρο, Νάξο, Μύκονο και εμείς ακόμα τίποτα, ούτε καν Άνδρο που είναι δυο ώρες από τη Ραφήνα. Ξαφνικά ένιωσα ναυτία και είχα τάση για εμετό, όπως όταν πας για κατούρημα στις τουαλέτες του πλοίου και παίρνεις μια βαθιά ανάσα πριν μπεις μέσα στο βρώμικο κουβούκλιο, όπου μόνο εξασκημένος τοξοβόλος καταφέρνει να βρει τη λεκάνη χωρίς να αστοχήσει. Σαν ανακουφισμένος από το εικονικό κατούρημα επέστρεψα για λίγο στην πραγματικότητα αλλά μόνο για λίγο, διότι το μυαλό μου είχε ήδη πλάσει όλες εκείνες τις εικόνες, κινούμενες και μη, με ήχο και μη, που συνθέτουν τις στιγμές οικογενειακής χαλάρωσης στις οποίες θα με τοποθετούσε για την υπόλοιπη ώρα, σχεδόν μέχρι τη λήξη του ωραρίου εργασίας. Πρώτα βρέθηκα σε ένα δίκλινο δωμάτιο με ένα μικρό ράντζο για το παιδί, το οποίο παιδί φυσικά δεν κοιμάται σε ράντζο οπότε οι σμπαραλιασμένες σούστες του θα υποδέχονταν αναγκαστικά το δικό μου ταλαιπωρημένο σώμα. Μετά ήρθε στο μυαλό μου το χαλασμένο κλιματιστικό για το οποίο θα έπρεπε να κάνω φασαρία στον ξενοδόχο, ο οποίος θα ερχόταν να το κοιτάξει μόνο για να διαπιστώσει ότι λυπάμαι, για την ώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Κατόπιν, μες το καταμεσήμερο η παρέα απέναντι θα έθετε σε εφαρμογή το σχέδιο αφύπνισης όλου του οικοδομικού τετραγώνου (το οποίο ονομάζεται έτσι κατ' ευφημησμό διότι παραπέμπει σε οποιοδήποτε άλλο γεωμετρικό σχήμα πλην του τετραγώνου) με την έναρξη απανατών παρτίδων τάβλι, με τα πούλια να χτυπάνε στο ξύλο αλύπητα, τα ζάρια να πηγαινοέρχονται ασταμάτητα και τα τύμπανα των αυτιών μου να συντονίζονται στο διαρκές πήγαινε έλα οδηγώντας την υπομονή και τα νεύρα μου σε απόγνωση. Έπειτα, θα έπρεπε να κάνουμε ντους και να ντυθούμε καλά για να πάμε βόλτα στη Χώρα, δηλαδή να χαζεύουμε τις βιτρίνες από κοσμηματοπωλεία που δεν θα επισκεφτούμε, από κεραμεικά που δεν θα αγοράσουμε ή από γλυκά που δεν θα δοκιμάσουμε. Τέλος θα έπρεπε να στριμωχτούμε σε ένα από αυτά τα γραφικά ταβερνάκια, στα οποία η γραφικότητα εξαντλείται στο γνωστό καρό γαλανόλευκο τραπεζομάντηλο και να φάμε μια παραδοσιακή χωριάτικη σαλάτα, μια παραδοσιακή μπριζόλα, μια παραδοσιακή πανσέτα και ένα παραδοσιακό μπιφτέκι με παραδοσιακές τηγανητές πατάτες και ίσως ένα παραδοσιακό τζατζίκι, δηλαδή όλα αυτά που πατροπαράδοτα τρώμε στα ταβερνάκια της Αθήνας, τηρώντας ευλαβικά την παράδοση που μας θέλει κρεατοφάγους και να πληρώσουμε παραδοσιακά πολλά λεφτά για φαγητά που η ελληνική φιλοξενία απλόχερα μας παρέχει. Μετρώντας όλες αυτές τις δοκιμασίες μια μια, η ανάσα μου άρχισε να κόβεται, να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη και μέσα σε αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση ξεδιπλώνεται μεμιάς η εικόνα του συνωστισμού στα στενά σοκάκια που κάνει ζέστη, ο κόσμος που περπατάει πιο αργά από ότι συνήθως θα περπατούσε εκείνη την ώρα στην Αθήνα και ανακατεμένος με τα πιο ζαλιστικά αρώματα, κουρέματα, γυαλιά ηλίου και φουλάρια που θα μπορούσαν να κυκλοφορούν σε τόσο λίγα τετραγωνικά μέτρα, νόμιζα ότι θα λιποθυμίσω.
Ευτυχώς, ένα ελαφρύ χτύπημα στην πλάτη με επαναφέρει για λίγο στην πραγματικότητα και βλέπω το πρόσωπο του διευθυντή μου και το μόνο που βρίσκω να του πω είναι:
-Κύριε Διευθυντά, κι εσείς εδώ;

-Μα που νομίζεις ότι βρίσκεσαι, μου απαντά κάπως θυμωμένος και συνεχίζει: Άκυρη η άδεια προς το παρόν, έχουμε πολύ δουλειά αυτό το μήνα, θα δούμε για Σεπτέμβριο τι μπορεί να γίνει, συνεννοηθήκαμε;

Και η ανακούφιση που ένιωσα δεν περιγράφεται.