Monday, January 25, 2010

Ολέ, ονέ, οσέ και άλλα ακρωνύμια...

Ας υποθέσουμε ότι είσαι αυτό που λένε ξένος (π.χ. Ισπανός) και ταξιδευτής και κάνεις τα σχέδιά σου να γυρίσεις τον κόσμο με ένα σακίδιο στην πλάτη. Και σκέφτεσαι να επισκεφτείς και να διασχίσεις την Ελλάδα τώρα, το 2010, συνεχίζοντας τον προορισμό σου για πιο τριτοκοσμικές χώρες ας πούμε... Ας υποθέσουμε ότι προσγειώνεσαι ομαλά στην Αθήνα και θαυμάζεις αυτό το σούπερ αεροδρόμιο και σκέφτεσαι ότι ως εδώ καλά. Μετά μπαίνεις στον Προαστιακό και συνεχίζεις να θεωρείς ότι είσαι σε μια ευρωπαϊκή χωρα, αρκεί να μην κοιτάς πολύ ώρα έξω από το παράθυρο γιατί σε παίρνει από κάτω, ιδιαίτερα αν τυχαίνει να διαβάζεις το Περί Αισθήσεως και Αισθητών του Αριστοτέλη μέσα στο βαγόνι... Και φτάνεις στον Σταθμό Λαρίσης για να πάρεις το τρένο για τη ερωτική συμπρωτεύουσα (και ανατρέχεις στο δίγλωσσο λεξικό σου αλλά δεν βρίσκεις πουθενά το λήμμα συμπρωτεύουσα γιατί απλά είναι μια κομπλεξική κατασκευή των γηγενών της χώρας στην οποία βρίσκεσαι). Αργά αλλά σταθερά, το τρένο που κατ’ ευφημισμό λέγεται εξπρέςςςς κινείται πάνω στις ράγες και μια φωνή σε ενημερώνει σε άπταιστα βραχνά και ακαταλαβίστικα ελληνικά (για αυτό φταίει το μεγαφωνικό σύστημα) ότι το ταξίδι ως τη Θεσσαλονίκη διαρκεί 4 ώρες και 48 λεπτά. Ας υποθέσουμε ότι ξέρεις λίγα ελληνικά ή ότι καταλαβαίνεις μόνο την ώρα και τους αριθμούς στα ελληνικά και ξαφνιάζεσαι ευχάριστα γιατί ο οδηγός που κρατάς στα χέρια σου αναφέρει ότι το εν λόγω ταξίδι με τρένο διαρκεί τουλάχιστον 6 ώρες, οπότε σκέφτεσαι (λογικά) ότι από τότε που εκδόθηκε (πριν τρία περίπου χρόνια) μέχρι σήμερα, τα πράγματα έχουν βελτιωθεί και οι συγκοινωνίες έχουν εκσυγχρονιστεί. Una mierda, όπως θα πεις αυθόρμητα στη γλώσσα σου, εφόσον αποδεχθούμε την υπόθεση ότι είσαι Ισπανός, δηλαδή ξένος και ταξιδευτής με μοναδικό εφόδιο την υπομονή και την ελπίδα. Και ιδού γιατί θα το ξεστόμιζες αργότερα:

...Η διαδρομή είναι πράγματι ευχάριστη -ο ταξιδιωτικός οδηγός είχε δίκιο- περνάω από κατάφυτες κοιλάδες, απόκρημνους βράχους, ψηλές γέφυρες και βλέπω συνέχεια εκτάσεις σπαρμένες, γραφικά σπιτάκια με καμινάδες, δέντρα, πουλιά και σύννεφα και πού και πού κανένα άνθρωπο, λίγο πιο κει έναν άλλο, παρακάτω μερικούς ακόμα και πιο πέρα περισσότερους και μάλιστα πού και πού κάποιος οδηγεί ένα τρακτέρ, λίγο πιο κει κι άλλο τρακτέρ, παρακάτω μερικά τρακτέρ ακόμα και πιο πέρα πολλά τρακτέρ, τρακτέρ, τρακτέρ, πω πω, τόσα τρακτέρ έχω να δω από τότε που ήμουν παιδί και παίζαμε αυτοκινητάκια με όλα τα πιτσιρίκια που αράδιαζαν στο πάτωμα αυτοκίνητα, τρακτέρ, πυροσβεστικά οχήματα, περιπολικά, κλούβες, φορτηγά και δεν συμμαζεύεται. Και για λίγο πιστεύω ότι όλοι έχουν βγει ξανά έξω να παίξουν, να βάλουν τα τρακτέρ στη σειρά ανάλογα με το μέγεθος ή το χρώμα, να κάνουν κόντρες στην άσφαλτο για το ποιο πάει πιο γρήγορα, να συγκρουστούν μεταξύ τους, να τρακάρουν, να αναποδογυρίσουν τα τρακτέρ, να ανταλλάξουν τα τρακτέρ με μια κούρσα ή με δυο μοτοσυκλέτες ή το κόκκινο τρακτέρ με το μπλε τρακτέρ που το' χω διπλό (πάντα θέλαμε να ξεφορτωθούμε ότι είχαμε διπλό στη συλλογή μας), αλλά τελικά τίποτε από αυτά δεν ισχύει, τα τρακτέρ είναι αμετακίνητα, κάθετα στην εθνική οδό, κάθετα στις ράγες του τρένου, κάθετα στην Ελλάδα, μια χώρα χωρισμένη στα δύο και εγώ τώρα από τα Τέμπη δεν θέλω να περάσω με αυτοκίνητο ή με τα πόδια γιατί άκουσα από ένα ντόπιο ότι οι Κένταυροι πετάνε μεγάλους ογκόλιθους στους ανυποψίαστους περαστικούς... (Απόσπασμα από εσωτερικό μονόλογο).

Wednesday, January 13, 2010

(Σαν) κρητική μαντινάδα

Κατέβασε τα όνειρα
κι εγκατάστησέ τα
να λειτουργεί καλύτερα
το δυο χιλιάδες δέκα.