Tuesday, July 20, 2010

Τα παιδιά που ήμασταν

Κάποτε, όχι πολύ μακριά από σήμερα, τα παιδιά που ήμασταν και τα παιδιά που δεν ήμασταν ή δεν ξέραμε ότι ήμασταν, παίζαμε μαζί στη γειτονιά που είχαμε, που ξέραμε ότι είχαμε και που δεν υποψιαζόμασταν ότι θα χάναμε. Στη γειτονιά παίζαμε τα παιχνίδια που ξέραμε ή νομίζαμε ότι ξέραμε, πάντως μαθαίναμε να παίζουμε μαζί και να διαφωνούμε ταυτόχρονα επειδή δεν ξέραμε να ξεχωρίζουμε το δίκαιο από το άδικο, ήμασταν παιδιά και αυτό άλλοτε το ξέραμε και άλλοτε όχι.
Πολλές φορές, τα παιδιά που ήμασταν παίζαμε παιχνίδια ενηλίκων και τότε, εφόσον οι ενήλικοι μας πιάνανε να παίζουμε τα παιχνίδια τους, μας μάλωναν παρά το ότι δεν ξέραμε ότι παίζαμε τα παιχνίδια τους, δηλαδή δεν μας αναγνώριζαν καν το ακαταλόγιστο λόγω ηλικίας, όπως θα γινόταν αν είχε επέμβει ο εισαγγελέας, ο οποίος θα έθετε την υπόθεση στο αρχείο με συνοπτικές διαδικασίες.
Τα καλοκαίρια τα παιδιά που ήμασταν κάναμε διακοπές αναγκαστικά οικογενειακά μαζί με άλλα αναγκαστικά οικογενειακά παιδιά και αυτό δεν ήταν αναγκαστικά κακό. Όμως, στις διακοπές καλό θα ήταν τα παιδιά που ήμασταν να μαθαίναμε να κάνουμε διακοπές μόνα μας γιατί έτσι θα δοκιμάζαμε λίγο από την ελευθερία των ενηλίκων που μέχρι τότε δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε την ύπαρξή της, παρά το ότι χρησιμοποιούσαμε τη λέξη ελευθερία σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως στο φτου ξελεφτερία, αν και το συγκείμενο της εν λόγω χρήσης δεν μας βοηθούσε να φτάσουμε στο μεδούλι της συγκεκριμένης έννοιας. Βέβαια, η άγνοια της έννοιας της ελευθερίας δεν σημαίνει ότι τα παιδιά που ήμασταν ή μας έλεγαν ότι ήμασταν δεν δοκιμάζαμε μικρές μπουκιές ελευθερίας στις οικογενειακές διακοπές. Για παράδειγμα, όταν οι γονείς ξάπλωναν αναγκαστικά για τη μεσημεριανή σιέστα, τα παιδιά που ήμασταν προσποιόμασταν ότι κοιμόμασταν αναγκαστικά στα διπλανά κρεβάτια ή ράντζα ή στρώματα και μόλις αντιλαμβανόμασταν ότι οι γονείς βλέπουν όνειρα, σηκωνόμασταν και περπατώντας στις μύτες των ποδιών μας βγαίναμε στην αυλή, στον κήπο ή στην παραλία (την ανοργάνωτη, εννοείται) και παίζαμε μαζί με όσα παιδιά είχαν καταφέρει να σκεφτούν το ίδιο με μας και να πράξουν το ίδιο με μας και τότε παίζαμε ελεύθερα, δηλαδή χωρίς την επιτήρηση των γονιών, χωρίς καπέλο και αντηλιακή προστασία. Και καταλαβαίναμε τι θα πει ελευθερία, χωρίς να μπορούμε να την ορίσουμε με λέξεις, αμέσως μόλις ξυπνούσε κάποιος από τους γονείς – πραγματικά αρκούσε ένας γονιός για να καταστρέψει σε ελάχιστα δευτερόλεπτα το παραλήρημά μας – και να αρχίσει να φωνάζει ένα όνομα από τα παιδιά που ήμασταν, γιατί τότε ξέραμε σίγουρα ότι ήμασταν παιδιά, αν ήμασταν ενήλικες κανείς δεν θα μας αναζητούσε. Μόνο που αυτή η απότομη στέρηση της ελευθερίας άφηνε στην άμμο ημιτελή κάστρα, κυνηγητά χωρίς θηράματα, κρυφτά χωρίς αποκαλύψεις, ρακέτες χωρίς αποδέκτες, μπάλες χωρίς «μήλα» και ούτω καθεξής.
Τότε, τα παιδιά που ήμασταν αναγκαστικά επιστρέφαμε με απορία, θυμό και αγανάκτηση στα δωμάτια για να ακούσουμε από τους γονείς, εφόσον είχαν ξυπνήσει, ότι αυτό που κάναμε δεν πρέπει να το κάνουμε γιατί ήμασταν ακόμη παιδιά, και αν αυτοί δεν είχαν ξυπνήσει, περιμέναμε αναγκαστικά μέχρι να σηκωθούν για να ακούσουμε ότι αυτό που κάναμε δεν πρέπει να το κάνουμε γιατί ήμασταν ακόμη παιδιά, πράγμα που γνωρίζαμε ήδη από τους άλλους γονείς ή έστω υποψιαζόμασταν γιατί ως παιδιά που ήμασταν μπορεί να ξέραμε λίγα, υποψιαζόμασταν όμως πολύ περισσότερα από όσα νομίζαμε τότε.

No comments: